Οι Εβραίοι ήταν μία από τις τέσσερις πληθυσμιακές ομάδες που υπέστησαν διωγμούς για φυλετικούς λόγους στη ναζιστική Γερμανία και στην ελεγχόμενη από τη Γερμανία Ευρώπη. Το ναζιστικό καθεστώς δίωξε και σκότωσε μέλη και άλλων ομάδων.

Ανάμεσα στα πρώτα θύματα των διακρίσεων και των διώξεων στη ναζιστική Γερμανία ήταν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι – κυρίως οι κομμουνιστές, οι σοσιαλιστές, οι σοσιαλoδημοκράτες και οι ηγέτες των συνδικαλιστικών ενώσεων. Οι Ναζί άσκησαν επίσης διώξεις εις βάρος συγγραφέων και καλλιτεχνών οι οποίοι ή ήταν εβραϊκής καταγωγής ή τα έργα τους θεωρούνταν ανατρεπτικά. Την περίοδο 1933-1934, η κεντρική κυβέρνηση της Γερμανίας και διάφορες τοπικές κυβερνήσεις, καθώς και τοπικά τάγματα των ναζιστικών SA (Sturmabteilungen/ Τάγματα Εφόδου) και των SS (Schutzstaffel/Μοίρες Ασφαλείας) ίδρυσαν στρατόπεδα συγκέντρωσης σε όλη τη Γερμανία για τη προφυλάκιση πολιτικών κρατουμένων. Τα SS, τα οποία ανέλαβαν τη γενική επίβλεψη και τον έλεγχο του συστήματος στρατοπέδων συγκέντρωσης το 1934, είχαν ιδρύσει το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσής τους, το Νταχάου, τον Μάρτιο του 1933.

ΟΜΑΔΕΣ ΠΟΥ ΣΤΟΧΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΓΙΑ ΦΥΛΕΤΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ

Αν και η ναζιστική ιδεολογία στοχοποίησε τους Εβραίους ως τον κυριότερο εχθρό της Γερμανίας, οι Ναζί στράφηκαν εναντίον και των Ρομά (Τσιγγάνοι) για φυλετικούς λόγους. Οι Νόμοι της Νυρεμβέργης του 1935 (οι οποίοι καθόριζαν τους Εβραίους ως φυλή βάσει αίματος) αργότερα εφαρμόστηκαν και στους Ρομά. Χρησιμοποιώντας τις παραδοσιακές προκαταλήψεις της γερμανικής κοινωνίας, οι Ναζί όριζαν τους Ρομά ως επιρρεπείς λόγω φυλετικής καταγωγής στην "οκνηρία" και την "αντικοινωνικότητα" με κληρονομική τάση στις μικροαπατεωνιές. Μεταξύ των πρώτων που θανατώθηκαν στα φορτηγά-θαλάμους αερίων στο κέντρο εξόντωσης Κέλμνο στην κατεχόμενη από τη Γερμανία Πολωνία στις αρχές του 1942, ήταν Ρομά που είχαν εκτοπιστεί από το «Μεγάλο Γερμανικό Ράιχ» στο γκέτο της Λοντζ. Τα SS και οι αστυνομικές αρχές εκτόπισαν περισσότερους από 20.000 Ρομά στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου, στο οποίο οι αρχές του στρατοπέδου τους θανάτωσαν σχεδόν όλους στους θαλάμους αερίων.

Στα κατεχόμενα από τη Γερμανία τμήματα της Σοβιετικής Ένωσης, αξιωματικοί του στρατού, των SS και της αστυνομίας της Γερμανίας εκτέλεσαν δεκάδες χιλιάδες ντόπιους Ρομά, συχνά με τη χαλκευμένη αιτιολογία ότι οι Ρομά επιδίδονταν σε κατασκοπία υπέρ των σοβιετικών αρχών. Δύο από τους συνεργάτες του Άξονα της ναζιστικής Γερμανίας επιδίδονταν επίσης σε μαζικές δολοφονίες Ρομά. Οι αρχές του λεγόμενου Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας σκότωσαν περίπου 25.000 Ρομά, πολλούς εξ’ αυτών στο συγκρότημα του στρατοπέδου συγκέντρωσης Γιασένοβατς. Στη Ρουμανία, η κυβέρνηση του στρατηγού Ίον Αντονέσκου σκότωσε 13.000 έως 36.000 Ρομά, τόσο στη Ρουμανία όσο και στην Υπερδνειστερία.

Οι Ναζί θεωρούσαν τους Πολωνούς, τους σλαβικούς και τους λεγόμενους ασιατικούς λαούς της Σοβιετικής Ένωσης φυλετικά κατώτερους και τους προόριζαν για υποδούλωση και καταναγκαστική εργασία. Εφάρμοσαν την τακτική της σωματικής εξόντωσης της πολιτικής, της πνευματικής και της πολιτιστικής ελίτ της Πολωνίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Οι γερμανικές κατοχικές αρχές δολοφόνησαν δεκάδες χιλιάδες μέλη των ανώτερων τάξεων της Πολωνίας (συμπεριλαμβανομένων διανοούμενων και καθολικών ιερέων) σε μια εκστρατεία γνωστή ως Ausserordentliche Befriedungsaktion (Εξαιρετική Επιχείρηση Ειρήνευσης). Η Εντολή περί Κομισάριων, που μεταβιβάστηκε στους Γερμανούς στρατιωτικούς διοικητές στις 6 Ιουνίου 1941, προέβλεπε την εκτέλεση των αιχμαλώτων πολιτικών κομισάριων που υπηρετούσαν στον Κόκκινο Στρατό. Οι γερμανικές μονάδες των SS και της αστυνομίας έλαβαν οδηγίες να σκοτώνουν ανώτατα και ανώτερα στελέχη του σοβιετικού κράτους και του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος.

Το φθινόπωρο και τον χειμώνα της περιόδου 1941-1942, οι γερμανικές στρατιωτικές αρχές και η γερμανική Ασφάλεια συνεργάστηκαν σε μια ρατσιστική πολιτική πρακτική μαζικών δολοφονιών Σοβιετικών αιχμαλώτων πολέμου: οι Εβραίοι, τα άτομα με «ασιατικά χαρακτηριστικά» και τα ανώτερα πολιτικά και στρατιωτικά στελέχη περνούσαν από διαλογή και εκτελούνταν. Άλλα τρία εκατομμύρια άτομα περίπου φυλακίστηκαν σε πρόχειρα στρατόπεδα χωρίς να διαθέτουν κατάλληλη στέγη, τροφή και φαρμακευτική περίθαλψη – το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα ήταν να πεθάνουν. Περίπου δύο εκατομμύρια Σοβιετικοί στρατιώτες πέθαναν εξαιτίας αυτής της εγκληματικής παραμέλησης τον χειμώνα του 1941-1942. Ακόμη και μετά την απόφαση των Γερμανών να επιτρέψουν στους Σοβιετικούς στρατιώτες να επιζήσουν προκειμένου να εκμεταλλευτούν την εργασία τους, γενικά οι Σοβιετικοί στρατιώτες φυλακίζονταν υπό τις σκληρότερες συνθήκες –συχνά σε στρατόπεδα συγκέντρωσης- από οποιαδήποτε άλλη ομάδα αιχμαλώτων πολέμου.

Έχοντας και τη συνεργασία πρόθυμων υποστηρικτών στις κοινότητες του ιατρικού και υγειονομικού προσωπικού καθώς και του προσωπικού των υπηρεσιών πρόνοιας, οι Ναζί θεωρούσαν τα έγκλειστα σε ιδρύματα άτομα με αναπηρία εκ γενετής ως απειλή για τη δεξαμενή γονιδίων της αποκαλούμενης υπέρτατης γερμανικής φυλής. Η ηγεσία των Ναζί ήταν αποφασισμένη να χρησιμοποιήσει τον πόλεμο ως ευκαιρία για την εξόντωση ατόμων με αναπηρίες που ζούσαν σε ιδρύματα, αλλά δεν θεωρούνταν ικανά προς εργασία.

Στη δεκαετία του 1930, ψηφίστηκαν νόμοι που απαιτούσαν την απογραφή ατόμων που θεωρούνταν «άχρηστα παράσιτα» σε ιδρύματα σε όλη τη γερμανική επικράτεια. Μετά από τους νόμους αυτούς, αξιωματούχοι της προσωπικής καγκελαρίας του Χίτλερ –σε συνεργασία με αξιωματούχους του γερμανικού Υπουργείου Υγείας και της γερμανικής Εγκληματολογικής Αστυνομίας- κατέστρωσαν τα σχέδια και τις διαδικασίες για τρεις επιχειρήσεις εξόντωσης. Οι επιχειρήσεις αυτές περιγράφονταν με τον γενικό όρο «Ευθανασία». Και οι τρεις πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου:

1) περίπου 5.000 έγκλειστα μικρά παιδιά με αναπηρίες δολοφονήθηκαν σε ιδρύματα σε Γερμανία και Αυστρία

2) στην «Επιχείρηση Τ4» (από τη διεύθυνση της Καγκελαρίας του Χίτλερ στον αριθμό 4 της οδού Τιεργκαρτενστράσε στο Βερολίνο), περίπου 70.000 έγκλειστοι ενήλικες δολοφονήθηκαν σε έξι κέντρα εξόντωσης και χιλιάδες κρατούμενοι που δεν ήταν πλέον ικανοί προς εργασία σκοτώθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης

3) περίπου 110.000 άλλοι έγκλειστοι ενήλικες με αναπηρίες δολοφονήθηκαν σε ιδρύματα σε όλη την επικράτεια του «Μεγάλου Γερμανικού Ράιχ». Η συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων της «Επιχείρησης Τ4» δολοφονήθηκαν σε θαλάμους αερίων. Τα υπόλοιπα θύματα πέθαναν από υποσιτισμό, σκόπιμη παραμέληση χορήγησης θεραπευτικής αγωγής, δηλητηρίαση και θανατηφόρο ένεση.

ΑΛΛΕΣ ΔΙΩΚΟΜΕΝΕΣ ΟΜΑΔΕΣ

Πέραν των θυμάτων που στοχοποιήθηκαν λόγω φυλής, οι Γερμανοί καταδίωξαν, φυλάκισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και σκότωσαν πραγματικούς και υποτιθέμενους πολιτικούς αντιπάλους του ναζιστικού καθεστώτος εντός της Γερμανίας. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονταν καθολικοί και λουθηρανοί κληρικοί, καθώς και άτομα που επιδίδονταν σε πραγματικές ή υποτιθέμενες δραστηριότητες αντιστασιακών κινημάτων στην κατεχόμενη από τη Γερμανία Ευρώπη. Ορισμένες από τις λεγόμενες επιχειρήσεις κατά των ανταρτών, ιδιαιτέρως στην κατεχόμενη Σοβιετική Ένωση, ήταν στην πραγματικότητα προσπάθειες ερήμωσης της σοβιετικής υπαίθρου. Οι Γερμανοί σφαγίασαν εκατοντάδες χιλιάδες, ίσως και εκατομμύρια, Σοβιετικούς πολίτες στα χωριά τους. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών των θυμάτων είχε ελάχιστη ή καμία σχέση με την αντιστασιακή δράση.

Το ναζιστικό καθεστώς στράφηκε εναντίον και των Μαρτύρων του Ιεχωβά οι οποίοι αρνούνταν να ορκιστούν ή να υπηρετήσουν στρατιωτική θητεία. Περίπου 3.000 Μάρτυρες του Ιεχωβά φυλακίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σχεδόν το ένα τρίτο εξ αυτών πέθανε σε αυτά. Άλλοι 250 εκτελέστηκαν μετά την καταδίκη τους από στρατοδικείο. Το ναζιστικό καθεστώς καταδίωξε επίσης και τους ομοφυλόφιλους άντρες, των οποίων η σεξουαλική συμπεριφορά θεωρείτο εμπόδιο για τη διατήρηση του γερμανικού έθνους και στοιχείο διαφθοράς και ανηθικότητας για τη γερμανική κοινωνία. Ασκήθηκε δίωξη σε δεκάδες χιλιάδες ομοφυλόφιλους για θεωρούμενες ομοφυλοφιλικές πράξεις ή συμπεριφορές: ορισμένοι από όσους δεν ήταν δυνατό να καταδικαστούν ή που τους είχε συλλάβει η Γκεστάπο (η γερμανική μυστική αστυνομία) αφού είχαν εκτίσει τις ποινές τους, φυλακίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εκατοντάδες, ενδεχομένως και χιλιάδες, πέθαναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Τέλος, αξιωματούχοι του τομέα της Δίωξης Εγκλήματος της γερμανικής Αστυνομίας συνέλαβαν και φυλάκισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που χαρακτηρίστηκαν ως αντικοινωνικοί, καθώς και πραγματικοί ή θεωρούμενοι κατά συρροή εγκληματίες, κι ας μην είχαν διαπράξει νέο έγκλημα ή παράβαση. Χιλιάδες «αντικοινωνικοί» και «εγκληματίες» κρατούμενοι δολοφονήθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.