Προέλευση του όρου «Άριος»

Οι Ευρωπαίοι μελετητές του 19ου αιώνα χρησιμοποιούσαν τον όρο «Άριος» για να προσδιορίζουν τους ινδοευρωπαϊκούς ή ινδο-γερμανικούς λαούς που εγκαταστάθηκαν σε ολόκληρη την Ινδία, την Περσία (Ιράν) και την Ευρώπη χιλιάδες χρόνια πριν. Η κατηγοριοποίηση αυτή περιέγραφε αρχικά τις ομοιότητες μεταξύ των περισσότερων ευρωπαϊκών γλωσσών, καθώς και της σανσκριτικής και της περσικής γλώσσας (Φαρσί). Ταυτόχρονα, οι Ευρωπαίοι μελετητές χαρακτήρισαν τους Εβραίους και τους Άραβες ως Σημίτες για να περιγράψουν τις ομοιότητες μεταξύ εβραϊκών, αραβικών και άλλων συγγενικών γλωσσών. Αργότερα, αυτή η γλωσσική κατηγορία ερμηνεύτηκε εσφαλμένα ως αναφορά στην εθνικότητα ή τη φυλή. Συγγραφείς όπως ο Αρτύρ ντε Γκομπινώ, Γάλλος θεωρητικός σε θέματα φυλετικών θεωριών (1816–1882), χρησιμοποιούσαν συγκεκριμένα τον όρο «Άριος» ως κατηγορία φυλής. Υποστήριζαν επίσης ότι οι Άριοι ήταν ανώτεροι από άλλους λαούς. Αυτή η χρήση του όρου με βάση τη φυλή προώθησε μια ευρέως διαδεδομένη αλλά εσφαλμένη αντίληψη ότι υπήρχε η «Άρια φυλή».

Χρήση στη ναζιστική Γερμανία

Στις αρχές του εικοστού αιώνα, οι μελετητές και πολλοί άλλοι συνέχισαν να χρησιμοποιούν τον όρο Άριος για να χαρακτηρίσουν μια ομάδα ανθρώπων με φυλετικά χαρακτηριστικά, παρόλο που ο αρχικός ορισμός βασιζόταν στη μελέτη της γλωσσικής δομής. Ορισμένοι στοχαστές, όπως ο Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλεν (1855–1927), προήγαγαν την ιδέα ότι οι Άριοι ήταν φυλετικά και πολιτισμικά ανώτεροι από άλλες ομάδες ανθρώπων.

Ο Αδόλφος Χίτλερ και οι ιδεολόγοι του Εθνικού Σοσιαλισμού διέδιδαν αυτήν την ιδέα από την απαρχή του ναζιστικού κόμματος στη δεκαετία του 1920. Προσάρμοσαν, χειραγώγησαν και προσέδωσαν φανατισμό σε μια αβάσιμη πεποίθηση για την ύπαρξη της «Άριας φυλής» και την ανωτερότητά της, ώστε να ταιριάζει στην ιδεολογία και τις πολιτικές τους. Οι αξιωματούχοι των Ναζί χρησιμοποίησαν αυτήν την άποψη για να υποστηρίξουν την ιδέα ότι οι Γερμανοί ανήκαν στην «κυρίαρχη φυλή». Επιπλέον, διευκρίνισαν ότι ο όρος «μη Άριοι» ίσχυε κυρίως για τους Εβραίους, οι οποίοι προσδιορίστηκαν ως η κύρια φυλετική απειλή για τη γερμανική κοινωνία. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε επίσης για τους Ρομά, τους Σίντι (Τσιγγάνους) και τους Μαύρους.

Στα πρώτα χρόνια μετά τον διορισμό του Χίτλερ ως καγκελαρίου το 1933, ο όρος Άριος χρησιμοποιήθηκε σε διάφορους τομείς της δημόσιας ζωής στη ναζιστική Γερμανία, όπως στη νομοθεσία. Ο πρώτος σημαντικός νόμος για την ανάκληση των δικαιωμάτων των Εβραίων πολιτών ήταν ο «Νόμος για την ανασύσταση δημόσιας διοίκησης». Ο νόμος περί δημόσιας διοίκησης ο οποίος θεσπίστηκε στις 7 Απριλίου 1933 περιλάμβανε μια ρήτρα που αναφέρεται ως Arierparagraph (παράγραφος περί Αρίων). Πρόκειται για την πρώτη νομική διατύπωση του όρου που χρησιμοποιήθηκε για τον αποκλεισμό των Εβραίων (και συχνά κατ’ επέκταση και άλλων «μη Αρίων») από οργανισμούς, επαγγέλματα και άλλες πτυχές της δημόσιας ζωής. Όπως ανέφερε ο νόμος, «οι δημόσιοι υπάλληλοι που δεν κατάγονται από την Άρια φυλή πρέπει να συνταξιοδοτηθούν». Στη συνέχεια, ακολούθησαν και άλλοι οργανισμοί, όπως ιδιωτικοί ή θρησκευτικοί, οι οποίοι έθεσαν τη ρήτρα περί Αρίων ως κριτήριο για την αποδοχή ή την απόρριψη της αίτησης εισδοχής.

Διακήρυξη των Νόμων της Νυρεμβέργης

Ωστόσο, ο ορισμός για τους μη Άριους, ήταν ευρύς, ανακριβής και καθόλου «επιστημονικός». Σύμφωνα με το διάταγμα περί δημοσίων υπαλλήλων, ένας Γερμανός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «μη Άριος» ακόμη κι αν μόνο ένας από τους παππούδες του ήταν Εβραίος. Κατά ειρωνεία της τύχης, οι φυλετικοί νόμοι της Νυρεμβέργης του Σεπτεμβρίου του 1935 έδωσαν έναν πολύ πιο στενό νομικό ορισμό του όρου Εβραίος. Οι «καθαρόαιμοι» Εβραίοι ήταν εκείνοι που είχαν τρεις ή τέσσερις Εβραίους παππούδες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κάποιος με δύο Εβραίους παππούδες που ανήκε και στην εβραϊκή κοινότητα θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί «καθαρόαιμος». 

Για να αποδείξει κάποιος ότι ανήκει στην «Άρια» φυλή, έπρεπε να ανατρέξει για την καταγωγή του στο 1800 ή για τα μέλη των SS στο 1750. Πολλοί Γερμανοί προσέλαβαν γενεαλόγους για να ψάξουν για μητρώα γέννησης, βάπτισης και πιστοποιητικά θανάτου σε εκκλησίες, συναγωγές ή αρμόδιες υπηρεσίες ζωτικής σημασίας στατιστικών στοιχείων. Μόλις ολοκληρωνόταν όλη αυτή η χρονοβόρα έρευνα, οι πληροφορίες υποβάλλονταν για έλεγχο στο γραφείο Ράιχ για την οικογενειακή έρευνα (Reichsstelle für Sippenforschung). 

Η λέξη Άριος αποδείχθηκε ότι ήταν δύσκολο να οριστεί επακριβώς με φυλετικούς όρους. Οι Ναζί επιστήμονες φυλετιστές δεν ενέκριναν τη χρήση της διότι βασιζόταν σε γλωσσικές ομοιότητες και όχι σε κληρονομικά φυσικά ή πνευματικά χαρακτηριστικά. Οι αξιωματούχοι των Ναζί σταμάτησαν να χρησιμοποιούν στη νομοθεσία τους όρους Άριος και μη Άριος μετά την ψήφιση των φυλετικών νόμων της Νυρεμβέργης. Αντίθετα, τους αντικατέστησαν με τη φράση «άτομα γερμανικού ή συγγενικού αίματος». Επισήμως, άτομα «συγγενικού αίματος», ήταν άνθρωποι ευρωπαϊκής καταγωγής. Ο υπουργός εσωτερικών Βίλχελμ Φρικ δήλωσε ότι οι εθνικές μειονότητες στη Γερμανία, όπως οι Πολωνοί και οι Δανοί, ήταν συγγενικού αίματος και ως εκ τούτου δικαιούνταν να γίνουν πολίτες. Σύμφωνα με τη φυλετική ορολογία των Ναζί, οι Εβραίοι, οι Μαύροι, οι Ρομά και οι Σίντι (Τσιγγάνοι) δεν θεωρούνταν Ευρωπαίοι. Δεν είχαν επομένως το δικαίωμα να γίνουν Γερμανοί πολίτες. Επιπλέον, απαγορευόταν σε αυτούς να έχουν σεξουαλικές σχέσεις ή να παντρεύονται με άτομα «γερμανικού ή συγγενικού αίματος».

Ο όρος Άριος, παρά τον ασαφή ορισμό του, συνέχισε να χρησιμοποιείται με ανεπίσημους τρόπους. Ορισμένοι Ναζί τον χρησιμοποιούσαν για να αναφέρονται γενικά στους Βόρειους Ευρωπαίους. Ωστόσο, ο όρος επειδή ήταν δημοφιλής, συνέχισε να χρησιμοποιείται εντός και εκτός Γερμανίας όχι μόνο για τους Γερμανούς, αλλά και για άλλες ευρωπαϊκές εθνικότητες, όπως για Ιταλούς, Νορβηγούς και Κροάτες. Παρόλο που οι Πολωνοί, οι Ρώσοι και ορισμένοι άλλοι Σλάβοι υπέστησαν βάναυσες διώξεις από το ναζιστικό καθεστώς, θεωρούνταν «Άριοι». Οι φυλετιστές επιστήμονες και οι ανθρωπολόγοι θεωρούσαν ότι οι Σλάβοι και οι Σκανδιναβοί προέρχονταν από τις ίδιες φυλές με τους Γερμανούς. Θεωρούνταν ότι είναι φυλές συγγενικού αίματος. 

Επιπροσθέτως στη χρήση του όρου Άριος, ως ουσιαστικό που αναφέρεται σε ανθρώπους, η λέξη χρησιμοποιούνταν ως επίθετο που υποδήλωνε τον «μη Εβραίο». Για παράδειγμα, το τμήμα της Βαρσοβίας έξω από το εβραϊκό γκέτο που είχαν ιδρύσει οι Γερμανοί, αναφερόταν ευρέως ως «η Άρια πλευρά». 

Η λέξη Άρια αποτέλεσε επίσης βάση για έναν άλλο σχετικό όρο: Arisierung («Αριανοποίηση»). Αυτός ο όρος περιέγραφε τη διαδικασία κατάσχεσης και μεταβίβασης εβραϊκών επιχειρήσεων και περιουσιακών στοιχείων σε μη Εβραίους στη ναζιστική Γερμανία και την υπό γερμανική κατοχή Ευρώπη.

Η χρήση σήμερα

Η λέξη Άριος αντικατοπτρίζει τον τρόπο με τον οποίο οι λέξεις και οι έννοιες εξελίσσονται στο πέρασμα του χρόνου. Ο όρος Άριος, σε ευρωπαϊκό και αμερικανικό επίπεδο, ξεκίνησε ως ακαδημαϊκή έννοια που χρησιμοποιούνταν για την περιγραφή αρχαίων λαών που μιλούσαν συγγενικές γλώσσες. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, ο όρος Άριος αναφερόταν σε μια κατηγορία φυλής. Το ναζιστικό καθεστώς υιοθέτησε τον όρο ως κεντρική έννοια στη ρατσιστική ιδεολογία τους.

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι υπέρμαχοι της ανωτερότητας της λευκής φυλής σε όλον τον κόσμο έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούν τη λέξη Άριος ως μια γενική ταμπέλα για τους μη Εβραίους λευκούς ανθρώπους. Η λέξη δηλώνει επίσης την υποστήριξή τους σε ρατσιστικές πεποιθήσεις και σε πρακτικές γενοκτονίας που είχε υιοθετήσει η ναζιστική Γερμανία.