Πώς αντέδρασαν η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών και ο αμερικανικός λαός στον ναζισμό;
Η εξέταση της αντίδρασης των Αμερικανών απέναντι στον ναζισμό τις δεκαετίες του 1930 και του 1940 εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ευθύνη παρέμβασης όταν συντελούνται διώξεις ή γενοκτονία σε άλλη χώρα. Μόλις ο Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία το 1933, οι Αμερικανοί είχαν πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις διώξεις των Εβραίων και άλλων ομάδων από τη ναζιστική Γερμανία. Αν και ορισμένοι Αμερικανοί καταδίκασαν τον ναζισμό, δεν υπήρξε εντατική, εθνική προσπάθεια στις Ηνωμένες Πολιτείες αντίταξης στη μεταχείριση που υφίσταντο οι Εβραίοι από τους Ναζί. Ακόμη και μετά την είσοδο των ΗΠΑ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η κυβέρνηση δεν έθεσε τη διάσωση των Εβραίων ως κύριο πολεμικό στόχο.
Διερευνήστε αυτό το ερώτημα για να μάθετε σχετικά με τους παράγοντες και τις πιέσεις που επηρέασαν τις αντιδράσεις της Αμερικής απέναντι στον ναζισμό.
Για γενικές πληροφορίες σχετικά με αυτό το θέμα, μπορείτε να ανατρέξετε σε σχετικά άρθρα.
Μόλις ο Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία το 1933, οι Αμερικανοί είχαν πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις διώξεις των Εβραίων από τη ναζιστική Γερμανία. Αν και ορισμένοι Αμερικανοί καταδίκασαν τον ναζισμό, στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν υπήρξε εντατική, εθνική προσπάθεια αντίταξης στη μεταχείριση που υφίσταντο οι Εβραίοι από τους Ναζί. Η Μεγάλη Ύφεση, σε συνδυασμό με τη δέσμευση για ουδετερότητα και τις βαθιές προκαταλήψεις κατά των μεταναστών, διαμόρφωσαν την προθυμία των Αμερικανών να βοηθήσουν τους Εβραίους πρόσφυγες από την Ευρώπη. Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες εξέδωσαν πολύ λιγότερες βίζες απ’ ό,τι θα μπορούσαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, δέχτηκαν τους περισσότερους πρόσφυγες που εγκατέλειψαν την Ευρώπη από οποιοδήποτε άλλο έθνος. Επιπλέον, ιδιώτες και ιδιωτικές υπηρεσίες αρωγής κατέβαλαν προσπάθειες για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες.
Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήλθαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο το 1941, η κυβέρνηση έδωσε προτεραιότητα στην προάσπιση της δημοκρατίας. Στόχος της κυβέρνησης εν καιρώ πολέμου δεν ήταν η διάσωση των Εβραίων. Την άνοιξη του 1945, οι Συμμαχικές Δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων εκατομμυρίων ένστολων Αμερικανών, τερμάτισαν το Ολοκαύτωμα νικώντας στρατιωτικά τη ναζιστική Γερμανία και τους συνεργάτες της στον Άξονα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1920
Από το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου το 1918 έως τη δεκαετία του 1920, οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν ένα έθνος απομονωτισμού. Έμειναν εκτός των πολιτικών υποθέσεων άλλων χωρών. Η κυβέρνηση μείωσε το μέγεθος του στρατού και δεσμεύτηκε σε μια πολιτική ουδετερότητας. Το Κογκρέσο ψήφισε κατά της ένταξης στην Κοινωνία των Εθνών, σηματοδοτώντας την απροθυμία του να εμπλέξει υπερβολικά τις Ηνωμένες Πολιτείες στις διεθνείς υποθέσεις.
Το 1924, το Κογκρέσο των ΗΠΑ ψήφισε νέους νόμους για τη μετανάστευση. Αυτοί οι νόμοι έθεταν όρια στην ετήσια μετανάστευση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ένα σύστημα ποσοστώσεων, οργανωμένο κατά χώρα προέλευσης, έδινε προτεραιότητα σε μετανάστες από τη βόρεια και τη δυτική Ευρώπη. Εκείνοι από τη νότια και την ανατολική Ευρώπη, όπου ζούσε η συντριπτική πλειοψηφία των Εβραίων της Ευρώπης, ήταν σε μειονεκτική θέση. Αυτοί οι νόμοι βασίστηκαν εν μέρει σε ευρέως αποδεκτές θεωρίες της «ευγονικής επιστήμης» και πεποιθήσεις σχετικά με την ιεραρχία των φυλετικών και εθνικών ομάδων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν ουσιαστική προσφυγική πολιτική αυτή την περίοδο. Όσοι διώκονταν, εντάσσονταν στις ίδιες διαδικασίες με άλλους μετανάστες.
Ο ρατσισμός και ο αντισημιτισμός ήταν σύνηθες φαινόμενο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο διαχωρισμός συχνά επιβαλλόταν με νόμους, έθιμα και βία. Οι νόμοι που περιόριζαν τη μετανάστευση εξαρτιόνταν από αυτό το κλίμα προκατάληψης, το οποίο και επέτειναν, προωθώντας τον «ιδανικό» Αμερικανό ως λευκό και προτεστάντη.
Το 1929, το χρηματιστήριο κατέρρευσε και η Μεγάλη Ύφεση ξεκίνησε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι επιπτώσεις εξαπλώθηκαν με ταχύτητα στον υπόλοιπο κόσμο. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 25% όλων των εργαζομένων (περίπου 13 εκατομμύρια Αμερικανοί) ήταν ακόμα άνεργοι. Πολλοί Αμερικανοί έχασαν τις οικονομίες, τα σπίτια και τα υπάρχοντά τους. Υπό τη διοίκηση του Προέδρου Χέρμπερτ Χούβερ (1929-1933), η μετανάστευση μειώθηκε δραματικά. Πολλοί Αμερικανοί πίστευαν ότι οι μετανάστες θα ανταγωνίζονταν για τις σπάνιες ευκαιρίες απασχόλησης. Η οικονομική καταστροφή οδήγησε πολλούς Αμερικανούς σε εσωστρέφεια, εστιάζοντας στην ανάκαμψη των οικογενειών και της κοινότητάς τους, και όχι στις διεθνείς υποθέσεις.
Η αντίδραση των Αμερικανών στη δίωξη των Εβραίων από τη ναζιστική Γερμανία
Αφού ο Αδόλφος Χίτλερ έγινε καγκελάριος της Γερμανίας τον Ιανουάριο του 1933, η νέα ναζιστική κυβέρνηση άρχισε αμέσως να επιβάλλει περιοριστικούς αντισημιτικούς νόμους σε όλη τη χώρα. Οι αμερικανικές εφημερίδες έκαναν εκτενή ρεπορτάζ για τις διώξεις των Εβραίων από τη Ναζιστική Γερμανία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930. Την άνοιξη του 1933, Αμερικανοί σε μεγάλες πόλεις συμμετείχαν σε αντιναζιστικές διαδηλώσεις και πορείες. Χιλιάδες σε όλη τη χώρα υπέγραψαν επίσης διαμαρτυρίες για τις ναζιστικές επιθέσεις κατά των Εβραίων. Διάφορες εβραϊκές οργανώσεις και εργατικά συνδικάτα προσπάθησαν να πείσουν τους Αμερικανούς να μποϊκοτάρουν προϊόντα γερμανικής κατασκευής. Επιπλέον, υπήρξε δημόσια συζήτηση από ορισμένα τμήματα του αμερικανικού κοινού για το εάν έπρεπε να μποϊκοτάρουν ή όχι τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο. Η τρομοκρατική επίθεση τη Νύχτα των Κρυστάλλων κατά των Εβραίων σε όλη τη Μεγάλη Γερμανία τον Νοέμβριο του 1938, η οποία έγινε πρωτοσέλιδο σε μεγάλο μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών για περίπου τρεις εβδομάδες, καταδικάστηκε καθολικά.
Αυτές οι προσπάθειες δεν οδήγησαν ποτέ σε ένα εντατικό, εκτεταμένο αντιναζιστικό κίνημα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν και η συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών γνώριζε και αποδοκίμαζε τον ναζισμό, πολλοί πίστευαν επίσης ότι δεν ήταν ο ρόλος της κυβέρνησης των ΗΠΑ να παρέμβει ενεργά στο πώς η Γερμανία μεταχειριζόταν τους πολίτες της.
Η προσφυγική κρίση
Αφού η Γερμανία προσάρτησε την Αυστρία (η προσάρτηση αυτή είναι γνωστή ως Anschluss, δηλαδή Ένωση) τον Μάρτιο του 1938, εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίοι συμπεριελήφθησαν (προστέθηκαν) στην ήδη μακρά λίστα αναμονής για βίζα μετανάστευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η διαδικασία μετανάστευσης στις ΗΠΑ ήταν περίπλοκη και γραφειοκρατική. Απαιτούσε από τους αιτούντες να υποβάλουν πολλά δικαιολογητικά, μερικά από τα οποία ήταν δαπανηρά και δύσκολο να αποκτηθούν. Οι Εβραίοι που ήθελαν να μεταναστεύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες έπρεπε να ανταγωνιστούν για έναν πεπερασμένο αριθμό βιζών και ταξιδιωτικών επιλογών, καθώς αυτές περιορίστηκαν και ακρίβυναν μετά την έναρξη του πολέμου. Οι περισσότεροι δεν μπόρεσαν να λάβουν βίζα επειδή το σύστημα ποσοστώσεων περιόριζε τον αριθμό των μεταναστών που μπορούσαν να εισέλθουν στις ΗΠΑ σε ένα δεδομένο έτος. Μέχρι το 1939, πάνω από 300.000 αιτούντες βρίσκονταν στη λίστα αναμονής για βίζα μετανάστευσης των ΗΠΑ από τη Γερμανία, μια αναμονή άνω των 10 ετών, θεωρώντας δεδομένο ότι θα εκδίδονταν όλες οι διαθέσιμες βίζες.
Παρά τις πολλές εσωτερικές συζητήσεις, ούτε η κυβέρνηση του Προέδρου Φραγκλίνου Ρούζβελτ ούτε το Κογκρέσο των ΗΠΑ προσάρμοσαν τους νόμους περί μετανάστευσης για να βοηθήσουν τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που προσπαθούσαν να διαφύγουν από την Ευρώπη. Αντίθετα, υπήρξαν πολλές προτάσεις στο Κογκρέσο κατά τη διάρκεια αυτής της εποχής για περαιτέρω περιορισμό της μετανάστευσης αντί για άνοιγμα των συνόρων.
Μέχρι το 1938, οι Αμερικανοί γνώριζαν καλά ότι υπήρχε προσφυγική κρίση που προκλήθηκε από τις διώξεις των Εβραίων από τη ναζιστική Γερμανία και την εδαφική επέκτασή της σε όλη την Ευρώπη. Χιλιάδες Αμερικανοί υπέγραφαν ένορκες βεβαιώσεις για να σπονσοράρουν πρόσφυγες που προσπαθούσαν να μεταναστεύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες ή έδιναν χρήματα σε ανθρωπιστικές οργανώσεις. Ευνοϊκά διακείμενοι δημοσιογράφοι, διασημότητες και εκπρόσωποι, όπως η Ντόροθι Τόμσον και η Έλενορ Ρούζβελτ, προσπάθησαν να ενημερώσουν τους Αμερικανούς σχετικά με τη θετική συμβολή των μεταναστών και των προσφύγων στην Αμερική.
Πολλές ιδιωτικές οργανώσεις, εβραϊκές και μη εβραϊκές, ορισμένες με πολυετή παρουσία και άλλες πρόσφατες, πρωτοστάτησαν στηρίζοντας τους πρόσφυγες. Αυτές οι οργανώσεις βοήθησαν τους πρόσφυγες να πλοηγηθούν στην περίπλοκη μεταναστευτική γραφειοκρατία. Εξηγούσαν τα έγγραφα, έβρισκαν οικονομικούς χορηγούς και αγόραζαν ναύλους πλοίων. Βοήθησαν επίσης με την αμερικανοποίηση, την απασχόληση και τη στέγαση προσφύγων που είχαν την τύχη να εισέλθουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εβραϊκές και μη εβραϊκές οργανώσεις παρείχαν επίσης τρόφιμα, ρούχα και φάρμακα για όσους βρίσκονταν ακόμη στην Ευρώπη. Αυτές οι προσπάθειες, σε συνδυασμό με σημαντική αλλά περιορισμένη κυβερνητική δράση, βοήθησαν τουλάχιστον 111.000 Εβραίους πρόσφυγες να φτάσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ των ετών 1938 και 1941.
Ωστόσο, ο αντισημιτισμός αυξήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930. Οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν έβλεπαν με καλό μάτι τη χαλάρωση των περιοριστικών νόμων για τη μετανάστευση προκειμένου να βοηθηθούν εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίοι που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από την Ευρώπη. Ως επί το πλείστον, η συμπαράσταση δεν μεταφράστηκε σε πράξη για να βοηθηθούν τα θύματα του ναζισμού. Μετά την ήττα της Γαλλίας το 1940, οι Αμερικανοί ανησυχούσαν ακόμη περισσότερο ότι οι μετανάστες, ακόμη και οι Εβραίοι πρόσφυγες, θα ήταν απειλή για την εθνική ασφάλεια. Όποιος έμπαινε στις Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούνταν πιθανός κατάσκοπος των Ναζί, έτσι οι αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ αποφάσισαν να απορρίψουν όλους τους αιτούντες βίζα που θεωρούσαν ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν κίνδυνο για την ασφάλεια.
Το Μουσείο εκτιμά ότι 180.000 με 225.000 πρόσφυγες που διέφυγαν από τις ναζιστικές διώξεις μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ των ετών 1933 και 1945. Παρόλο που οι ΗΠΑ δέχτηκαν περισσότερους πρόσφυγες από οποιοδήποτε άλλο έθνος, θα μπορούσαν να είχαν χορηγήσει βίζα μετανάστευσης σε χιλιάδες άλλους εάν ποσοστώσεις είχαν συμπληρωθεί ή επεκταθεί κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Η αντίδραση εν καιρώ πολέμου
Μετά το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου τον Σεπτέμβριο του 1939, οι περισσότεροι Αμερικανοί ήλπιζαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παρέμεναν ουδέτερες. Πολλοί πίστευαν ακόμη ότι η επέμβαση των ΗΠΑ κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το 1917 ήταν λάθος και ότι οι θυσίες που απαιτούνταν από τους Αμερικανούς σε περιόδους πολέμου δεν άξιζαν τον κόπο. Τα επόμενα δύο χρόνια, ωστόσο, εν μέσω μιας εθνικής συζήτησης για το εάν έπρεπε να απομονωθούν ως χώρα ή να επέμβουν, η κυβέρνηση των ΗΠΑ και ο αμερικανικός λαός άρχισαν σταδιακά να υποστηρίζουν τις Συμμαχικές Δυνάμεις. Παρά ταύτα, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν στον πόλεμο μόνο όταν δέχτηκαν άμεση επίθεση.
Αφού η Ιαπωνία βομβάρδισε το Περλ Χάρμπορ στις 7 Δεκεμβρίου 1941, οι Ηνωμένες Πολιτείες κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας και μπήκαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ναζιστική Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο στις Ηνωμένες Πολιτείες 11 Δεκεμβρίου 1941. Ο αμερικανικός στρατός δεν ήταν έτοιμος να πολεμήσει σε έναν παγκόσμιο πόλεμο το 1941. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 1942, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ πολέμησε στον Ειρηνικό, ενώ τα χερσαία στρατεύματα εκπαιδεύτηκαν για μάχη στη Βόρεια Αφρική και την Ευρώπη. Τον Νοέμβριο του 1942, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιβεβαίωσε ότι η ναζιστική Γερμανία σχεδίαζε να εξολοθρεύσει όλους τους Εβραίους της Ευρώπης. Λίγες εβδομάδες μετά την εισβολή των Συμμάχων στη Βόρεια Αφρική στις 8 Νοεμβρίου 1942, ο αμερικανικός λαός άνοιξε τις εφημερίδες του και διάβασε για πρώτη φορά το σχέδιο της ναζιστικής Γερμανίας. Οι περισσότεροι κατανόησαν ότι η μάχη κατά του ναζισμού είναι ένας πόλεμος για την προστασία της δημοκρατίας. Η διάσωση των Εβραίων δεν ήταν προτεραιότητα ή στόχος για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μια μικρή μειοψηφία ύψωσε τη φωνή της για λογαριασμό των Εβραίων της Ευρώπης. Καθώς οι Αμερικανοί μάθαιναν όλο και περισσότερες πληροφορίες για την εξόντωση των Εβραίων καθ’ όλο το 1943, ορισμένες οργανώσεις, όπως η Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης του Πίτερ Μπέργκσον για τη διάσωση του εβραϊκού λαού της Ευρώπης, οργάνωσαν συγκεντρώσεις, πορείες και δημοσίευσαν ολοσέλιδες διαφημίσεις σε εφημερίδες καλώντας την κυβέρνηση Ρούσβελτ να καταρτίσει ένα σχέδιο διάσωσης. Ενημέρωσαν τον αμερικανικό λαό ότι το ναζιστικό καθεστώς και οι συνεργάτες του είχαν ήδη δολοφονήσει πάνω από δύο εκατομμύρια Εβραίους. (Οι ιστορικοί υπολογίζουν τώρα ότι πάνω από πέντε εκατομμύρια Εβραίοι είχαν δολοφονηθεί μέχρι το τέλος του 1943.)
Τον Ιανουάριο του 1944, το προσωπικό του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ ανακάλυψε ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε καθυστερήσει την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ευρώπη και είχε παρεμποδίσει την πληροφόρηση του αμερικανικού λαού για την εξόντωση των Εβραίων. Αυτοί οι υπάλληλοι του Υπουργείου Οικονομικών έπεισαν τον Πρόεδρο Ρούσβελτ να ιδρύσει μια Επιτροπή Προσφύγων Πολέμου. Η Επιτροπή Προσφύγων Πολέμου είχε επιφορτιστεί με την εκτέλεση σχεδίων ανακούφισης και διάσωσης, εφόσον αυτά τα σχέδια δεν εμπόδιζαν την πολεμική προσπάθεια. Η Επιτροπή πέτυχε να ανοίξει έναν προσφυγικό καταυλισμό στο Oswego της Νέας Υόρκης. Έστειλε επίσης τον Σουηδό επιχειρηματία Ραούλ Βάλενμπεργ στη Βουδαπέστη για να προστατεύσει τους Εβραίους εκεί. Η Επιτροπή έσωσε τελικά δεκάδες χιλιάδες ζωές και βοήθησε εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο του πολέμου.
Το Ολοκαύτωμα έληξε την άνοιξη του 1945 αφού οι Συμμαχικές Δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων εκατομμυρίων ένστολων Αμερικανών, κατατρόπωσαν τη ναζιστική Γερμανία και τους συνεργάτες της στον Άξονα και απελευθέρωσαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που υπήρχαν ακόμη.
Η μεταπολεμική αντίδραση των ΗΠΑ
Τους μήνες μετά το τέλος του πολέμου, η συμμαχική στρατιωτική διοίκηση άνοιξε στρατόπεδα εκτοπισθέντων για να στεγάσει εκατομμύρια αμάχους που εκτοπίστηκαν από τον πόλεμο, συμπεριλαμβανομένων των πρόσφατα απελευθερωμένων Εβραίων επιζώντων και των καταναγκαστικών εργατών. Το καλοκαίρι του 1945, ο Πρόεδρος Χάρι Σ. Τρούμαν έστειλε τον Ερλ Χάρισον, έναν Αμερικανό δικηγόρο, να περιοδεύσει σε μερικά στρατόπεδα εκτοπισθέντων στην Ευρώπη. Ο Χάρισον υπέβαλε μια ανησυχητική αναφορά σχετικά με τις συνθήκες σε αυτά τα στρατόπεδα. Είπε στον Πρόεδρο Τρούμαν: «Φαίνεται ότι συμπεριφερόμαστε στους Εβραίους όπως τους αντιμετώπιζαν οι Ναζί, με τη διαφορά ότι δεν τους εξολοθρεύουμε». Η αναφορά του Χάρισον οδήγησε σε βελτιώσεις στη διοίκηση αυτών των στρατοπέδων. Η επανεγκατάσταση αυτών των προσφύγων δεν ήταν ούτε γρήγορη ούτε εύκολη. Ορισμένα στρατόπεδα εκτοπισθέντων παρέμειναν ανοιχτά μέχρι τη δεκαετία του 1950.
Στον απόηχο του πολέμου, οι Συμμαχικές Δυνάμεις διεξήγαγαν επίσης δίκες για εγκλήματα πολέμου, σε μια προσπάθεια να φέρουν τους υπεύθυνους των εγκλημάτων της ναζιστικής Γερμανίας ενώπιον της δικαιοσύνης. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, αποδείχθηκε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πρόθυμες να παραβλέψουν τη συνεργασία κάποιων με το ναζιστικό καθεστώς, εφόσον μπορούσαν να παράσχουν τις επιστημονικές τους γνώσεις ή πληροφορίες για τη Σοβιετική Ένωση στην αμερικανική κυβέρνηση, η οποία έμπαινε στον Ψυχρό Πόλεμο.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν άνοιξαν αμέσως τις πόρτες τους στους επιζώντες του Ολοκαυτώματος. Ο νόμος για τους εκτοπισθέντες το 1948 επέτρεψε τελικά σε περίπου 400.000 εκτοπισθέντες να εισέλθουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, αν και η πλειοψηφία δεν ήταν Εβραίοι. Το Μουσείο υπολογίζει ότι περίπου 80.000 Εβραίοι επιζώντες μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ των ετών 1945 και 1952.
Ερωτήσεις κρίσης
Ποιοι ήταν οι κύριοι λόγοι που οι ΗΠΑ αντιστάθηκαν στη μετανάστευση και τη διάσωση πριν από το 1939; Άλλαξαν αυτοί οι παράγοντες κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο;
Ποιες πιέσεις και κίνητρα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό οδηγούν στη στήριξη ή στην αντίσταση στη μετανάστευση, ή ακόμα και στη διάσωση των προσφύγων, στη χώρα σας;
Πώς η γνώση των γεγονότων που διαδραματίστηκαν στη Γερμανία και την Ευρώπη πριν έρθουν στην εξουσία οι Ναζί μπορεί να βοηθήσει τους πολίτες σήμερα να αντιδράσουν στις απειλές γενοκτονίας και μαζικής θηριωδίας;