Ceija Stojka
Γένος: 1933
Kraubath bei Knittelfeld, Αυστρία
Η Ceija ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά μιας ρωμαιοκαθολικής οικογένειας Τσιγγάνων. Η οικογενειακή άμαξα ( βαγόνι) της οικογένειας Stojka ταξίδευε με ένα καραβάνι που περνούσε τους χειμώνες στη Βιέννη, την πρωτεύουσα της Αυστρίας, και τα καλοκαίρια στην αυστριακή εξοχή. Η οικογένεια Stojka ανήκε σε μια φυλή Τσιγγάνων με την ονομασία Lowara Ρομά, οι οποίοι έβγαζαν τα προς το ζην ως πλανόδιοι έμποροι αλόγων.
1933-39: Μεγάλωσα μαθημένη στην ελευθερία, τα ταξίδια και τη σκληρή δουλειά. Μια φορά, ο πατέρας μου μού έφτιαξε μια φούστα από το ύφασμα μιας χαλασμένης τέντας. Ήμουν 5 ετών και η άμαξά μας ήταν σταθμευμένη για το χειμώνα σε έναν καταυλισμό στη Βιέννη, όταν η Γερμανία προσάρτησε την Αυστρία το Μάρτιο του 1938. Οι Γερμανοί μας διέταξαν να μη φύγουμε. Οι γονείς μου αναγκάστηκαν να μετατρέψουν την άμαξά μας σε ξύλινο σπίτι και έπρεπε να μάθουμε να μαγειρεύουμε σε φούρνο αντί σε φωτιά.
1940-44: Οι Τσιγγάνοι αναγκάστηκαν να καταγραφούν ως μέλη άλλης «φυλής». Ο καταυλισμός που διαμέναμε περιφράχτηκε και φρουρούταν από αστυνομία. Ήμουν 8 ετών όταν οι Γερμανοί πήραν τον πατέρα μου. Λίγους μήνες αργότερα, η μητέρα μου έλαβε τις στάχτες του σε ένα κουτί. Στη συνέχεια, οι Γερμανοί πήραν την αδερφή μου την Kathi. Τελικά, μας εκτόπισαν όλους σε ένα ναζιστικό στρατόπεδο για Τσιγγάνους στο Μπίρκεναου. Ζούσαμε στη σκιά ενός κρεματορίου που κάπνιζε και αποκαλούσαμε το μονοπάτι μπροστά από τους κοιτώνες μας ο «δρόμος προς την κόλαση», γιατί οδηγούσε στους θαλάμους αερίων.
Η Ceija απελευθερώθηκε το 1945 από το στρατόπεδο Μπέργκεν-Μπέλσεν. Μετά τον πόλεμο, κατέγραψε και δημοσίευσε τραγούδια των Τσιγγάνων Lowara για το Ολοκαύτωμα.