Η Σοβιετική Ένωση (ΕΣΣΔ)

Η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ) ιδρύθηκε επίσημα ως κράτος το 1922. Η Σοβιετική Ένωση, όπως συχνά αποκαλείται, ήταν μια κομμουνιστική δικτατορία με έδρα τη Μόσχα. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, την ΕΣΣΔ κυβερνούσε ο δικτάτορας Ιωσήφ Στάλιν. 

Η Σοβιετική Ένωση ήταν το αποτέλεσμα της κατάρρευσης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου (1917–1922). Τον Φεβρουάριο του 1917, μια λαϊκή επανάσταση ανέτρεψε τον Ρώσο τσάρο. Το αυτοκρατορικό καθεστώς αντικαταστάθηκε από μια προσωρινή κυβέρνηση. Την επανάσταση αυτή ακολούθησε ένα πραξικόπημα τον Οκτώβριο του 1917, κατά το οποίο ο Βλαντιμίρ Λένιν και το Κόμμα των Μπολσεβίκων κατέλαβαν την εξουσία. Το 1918, το Κόμμα των Μπολσεβίκων μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα. Το πραξικόπημα των Μπολσεβίκων οδήγησε σε έναν εμφύλιο πόλεμο που είχε ως αποτέλεσμα να αποκτήσουν οι Κομμουνιστές τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους της πρώην Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Η σοβιετική επικράτεια περιλάμβανε μεταξύ άλλων τη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία.

Η ΕΣΣΔ προσπάθησε ενεργά να υποκινήσει μια παγκόσμια κομμουνιστική επανάσταση στο όνομα της διεθνούς εργατικής τάξης. Υπήρχαν κομμουνιστικά κινήματα σχεδόν σε όλες τις βιομηχανικές χώρες του κόσμου. Πολλά από αυτά τα κινήματα προσέβλεπαν στη Σοβιετική Ένωση, το μοναδικό κομμουνιστικό κράτος εκείνη την εποχή, για καθοδήγηση. Οι κομμουνιστές είχαν ως στόχο να εξαλείψουν όλες τις εθνικές, κοινωνικές και οικονομικές διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων. Επιδίωξαν επίσης να καταργήσουν τα θρησκευτικά ιδρύματα. Δεδομένου ότι οι ισχυρές ελίτ της κοινωνίας δεν αναμενόταν να εγκαταλείψουν τον έλεγχο οικειοθελώς, οι Κομμουνιστές ξεκίνησαν μια βίαιη επανάσταση. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, πραγματοποιήθηκαν βίαιες κομμουνιστικές εξεγέρσεις στη Γερμανία, καθώς και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Κατά συνέπεια, η Σοβιετική Ένωση θεωρήθηκε σοβαρή απειλή σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα από τα μέλη εδραιωμένων θρησκειών, τις μεσαίες και ανώτερες τάξεις, τους υποστηρικτές της φιλελεύθερης δημοκρατίας, τους καπιταλιστές, τους εθνικιστές και τους φασίστες. 

Γερμανοί φρουρούν κρατούμενους στο στρατόπεδο Ρόβνο για Σοβιετικούς πολεμικούς κρατούμενους.

Η Σοβιετική Ένωση στη ναζιστική κοσμοθεωρία

Από την ίδρυση του ναζιστικού κινήματος στη Γερμανία, η Σοβιετική Ένωση παρουσιαζόταν ως ένας εχθρός με τον οποίο η αναμέτρηση ήταν αναπόφευκτη. Η ναζιστική άποψη για τη Σοβιετική Ένωση βασίστηκε σε τρεις αρχές της ναζιστικής ρατσιστικής ιδεολογίας

  • Ο Χίτλερ έβλεπε τα εδάφη της Σοβιετικής Ένωσης ως Lebensraum («ζωτικό χώρο») που προοριζόταν για τους Γερμανούς. Πίστευε ότι η Γερμανία έπρεπε να κατακτήσει αυτά τα εδάφη και να κατοικήσουν εκεί Γερμανοί ώστε η γερμανική «φυλή» να κερδίσει τη συνεχή μάχη μεταξύ των φυλών για επιβίωση.
  • Οι Ναζί υποστήριξαν ότι οι Εβραίοι δημιούργησαν τον Μπολσεβίκο Κομμουνισμό και τον χρησιμοποιούσαν για να αποκτήσουν παγκόσμια κυριαρχία. Κατά συνέπεια, συχνά αναφέρονταν στον κομμουνισμό ως «Ιουδαιομπολσεβικισμό». Οι Ναζί θεωρούσαν την κατάκτηση της Σοβιετικής Ένωσης ως ένα απαραίτητο βήμα για την εξάλειψη της εβραϊκής επιρροής στον κόσμο.
  • Οι Ναζί πίστευαν ότι οι Σλάβοι και άλλες εθνοτικές ομάδες στη Σοβιετική Ένωση ήταν φυλετικά κατώτεροι και συνεπώς από τη φύση τους εχθροί της γερμανικής «φυλής». 

Τα πρώτα έξι χρόνια της ναζιστικής κυριαρχίας, η ναζιστική προπαγάνδα επιτέθηκε άγρια στη Σοβιετική Ένωση. Σε προσωπικό επίπεδο, ο Χίτλερ μιλούσε επανειλημμένα για τη μελλοντική σύγκρουση. Παρόλα αυτά, το 1939 η ναζιστική Γερμανία ξεκίνησε μια προσωρινή στρατηγική πολιτική συνεργασίας με τη Σοβιετική Ένωση. Αυτή η προσωρινή στροφή αντανακλούσε τη μεθοδική απόφαση του Χίτλερ να εξασφαλίσει την ανατολική πλευρά, ενόσω η Γερμανία κατέστρεφε την Πολωνία και νίκησε τη Βρετανία και τη Γαλλία. 

Γερμανοσοβιετικές σχέσεις, 1939–1941

Το καλοκαίρι του 1939, η Αυτοκρατορική Ιαπωνία και η Σοβιετική Ένωση διεξήγαγαν έναν ακήρυχτο πόλεμο στη Μαντζουρία. Τον Αύγουστο εκείνου του χρόνου, ο Στάλιν δέχτηκε τη γερμανική πρόταση για ένα σύμφωνο. Όπως και ο Χίτλερ, ο Στάλιν ήθελε να αποφύγει τον πόλεμο των δύο μετώπων. Επιπλέον, ήλπιζε ότι ο πόλεμος μεταξύ Γερμανίας, Μεγάλης Βρετανίας και Γαλλίας θα αποδυνάμωνε τα τρία έθνη και θα τα καθιστούσε ευάλωτα στις κομμουνιστικές εξεγέρσεις που κατευθύνονταν και υποστηρίζονταν από τη Σοβιετική Ένωση.

Στις 23 Αυγούστου 1939, η ναζιστική Γερμανία και η Σοβιετική Ένωση υπέγραψαν το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο. Αυτή η συμφωνία είναι επίσης γνωστή ως το «Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ» (πήρε το όνομά του από τους δύο υπουργούς Εξωτερικών που έκαναν τη διαπραγμάτευση). Το σύμφωνο αποτελούνταν από δύο μέρη, ένα δημόσιο και ένα μυστικό. Το δημόσιο μέρος ήταν ένα σύμφωνο μη επίθεσης, στο οποίο οι δύο χώρες υπόσχονταν να μην επιτεθούν ή μία στην άλλη για δέκα χρόνια. Και σε ένα μυστικό πρωτόκολλο, οι υπογράφοντες χώρισαν την ανατολική Ευρώπη σε γερμανικές και σοβιετικές σφαίρες επιρροής και συμφώνησαν να διχοτομήσουν την Πολωνία. 

Το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο επέτρεψε στη Γερμανία να επιτεθεί στην Πολωνία την 1η Σεπτεμβρίου 1939, χωρίς τον φόβο μιας σοβιετικής επέμβασης. Δύο ημέρες αργότερα, η Βρετανία και η Γαλλία, που είχαν εγγυηθεί την προστασία των συνόρων της Πολωνίας πέντε μήνες νωρίτερα, κήρυξαν τον πόλεμο στη Γερμανία. Τα γεγονότα αυτά σηματοδοτούν την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Σύμφωνα με το μυστικό πρωτόκολλο του συμφώνου, ο σοβιετικός στρατός κατέλαβε και προσάρτησε την ανατολική Πολωνία το φθινόπωρο του 1939. Στις 30 Νοεμβρίου 1939, η Σοβιετική Ένωση επιτέθηκε στη Φινλανδία. Έπειτα από έναν τετράμηνο πόλεμο, οι Σοβιετικοί προσάρτησαν φινλανδικά παραμεθόρια εδάφη, ιδίως κοντά στο Λένινγκραντ (Αγία Πετρούπολη). Το καλοκαίρι του 1940, κατέλαβαν και ενσωμάτωσαν τα κράτη της Βαλτικής, και κατέλαβαν τις ρουμανικές επαρχίες της Βόρειας Μπουκοβίνας και της Βεσσαραβίας.

Η Γερμανία ετοιμάζεται να επιτεθεί

Μέχρι τον Ιούλιο του 1940, η Γερμανία είχε καταλάβει τη Δανία, τη Νορβηγία, το Βέλγιο και την Ολλανδία. Επίσης, είχε νικήσει και τη Γαλλία. Ο Χίτλερ αποφάσισε ότι είχε έρθει η ώρα να συντρίψει τη Σοβιετική Ένωση, παρόλο που η Μεγάλη Βρετανία συνέχιζε να πολεμά. Ο Χίτλερ και οι στρατιωτικοί του ηγέτες πίστευαν ότι η Γερμανία θα νικούσε γρήγορα τη Σοβιετική Ένωση και έπειτα θα εξασφάλιζε μια αδιαμφισβήτητη θέση στην ευρωπαϊκή ήπειρο. 

Οι Γερμανοί διπλωμάτες εργάστηκαν για να διασφαλίσουν τους δεσμούς της Γερμανίας με τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Σλοβακία προσχώρησαν με τη Γερμανία και την Ιταλία στη Συμμαχία του Άξονα τον Νοέμβριο του 1940. Στις 18 Δεκεμβρίου 1940, ο Χίτλερ υπέγραψε την Οδηγία 21 (με την κωδική ονομασία Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα). Αυτή ήταν η πρώτη επιχειρησιακή εντολή για την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση. Την άνοιξη του 1941, ο Χίτλερ μύησε τους συμμάχους του στην ανατολική Ευρώπη στα σχέδια εισβολής. 

Η γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ένωση

Μια φάλαγγα του γερμανικού στρατού προχωρά δύσκολα μέσα από τη λάσπη, προσπερνώντας ένα κατεστραμμένο σοβιετικό τεθωρακισμένο.

Ο Χίτλερ και οι στρατιωτικοί του σύμβουλοι σχεδίασαν την Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα ως Blitzkrieg (πόλεμος-αστραπή) που θα νικούσε τον Σοβιετικό Κόκκινο Στρατό μέσα σε λίγες εβδομάδες. Αρχικά, η εισβολή είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει τον Μάιο. Αναβλήθηκε για ένα μήνα προκειμένου η Γερμανία να διασφαλίσει τη νότια πλευρά της κατακτώντας την Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία.

Οι γερμανικές δυνάμεις εισέβαλαν σε εδάφη που κατείχαν οι Σοβιετικοί στις 22 Ιουνίου 1941, λιγότερο από δύο χρόνια μετά την υπογραφή του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου. Η Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα θεωρείται η μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση στην ιστορία του πολέμου. Πάνω από μισό εκατομμύριο στρατιώτες από τους συμμάχους της Γερμανίας (Φινλανδία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Ιταλία, Σλοβακία και Κροατία) κατατάχθηκαν στις τρεις ομάδες στρατού με περισσότερους από τρία εκατομμύρια Γερμανούς στρατιώτες. Επιτέθηκαν στη Σοβιετική Ένωση σε ένα  μέτωπο, που εκτεινόταν από τη Βαλτική Θάλασσα στα βόρεια μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα στα νότια. 

Επί σειρά μηνών, ο Στάλιν αρνείτο να λάβει υπόψη τις προειδοποιήσεις της Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών ότι η Γερμανία επρόκειτο να εισβάλει στη Σοβιετική Ένωση. Έτσι, η Γερμανία πέτυχε σχεδόν πλήρη τακτικό αιφνιδιασμό και τα σοβιετικά στρατεύματα αρχικά κατατροπώθηκαν. Εκατομμύρια Σοβιετικοί στρατιώτες περικυκλώθηκαν. Αποκόπηκαν από προμήθειες και ενισχύσεις και αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Μετά από μόλις τρεις εβδομάδες μάχης, ο Χίτλερ και οι στρατιωτικοί του σύμβουλοι ήταν σίγουροι ότι η απόλυτη νίκη επί της Σοβιετικής Ένωσης ήταν κοντά. 

Πόλεμος αφανισμού 

Ο Χίτλερ και ο γερμανικός στρατός σχεδίασαν την εκστρατεία κατά της Σοβιετικής Ένωσης ως «πόλεμο αφανισμού» (Vernichtungskrieg) κατά της κομμουνιστικής κυβέρνησης των «ιουδαιομπολσεβίκων» και των σοβιετικών πολιτών, ιδιαίτερα των Εβραίων. Οι ηγέτες της Βέρμαχτ (ένοπλες δυνάμεις της Γερμανίας) έδωσαν εντολή στους στρατιώτες να αγνοήσουν τους κανόνες του πολέμου για την προστασία των αμάχων και να αντιμετωπίζουν όλους τους εχθρούς «χωρίς έλεος». 

Οι Γερμανοί υπεύθυνοι σχεδιασμού προμήθειας εφοδίων – υλικών συντήρησης, αποφάσισαν ότι ο γερμανικός στρατός θα ζούσε από τη γη αντί να ανεφοδιάζεται από τη Γερμανία. Γνώριζαν ότι αυτή η πολιτική θα έκανε δεκάδες εκατομμύρια άμαχους κατοίκους να πεθάνουν από την πείνα.  

Ως αντίποινα για πράξεις αντίστασης, η Βέρμαχτ εφήρμοσε τη συλλογική τιμωρία των αμάχων. Αυτό συχνά περιλάμβανε το κάψιμο ολόκληρων χωριών και τη δολοφονία των κατοίκων τους.

Μαζικές εκτελέσεις πίσω από το Ανατολικό Μέτωπο

Κατά την προετοιμασία για τον πόλεμο του αφανισμού, αξιωματούχοι του Γενικού Επιτελείου Στρατού (Oberkommando des Heeres, OKH) και του Κεντρικού Γραφείου Ασφαλείας του Ράιχ (Reichssicherheitshauptamt, RSHA) διαπραγματεύονταν τις συμφωνίες για τη δημιουργία των SS Einsatzgruppen (τάγματα θανάτου) που θα πραγματοποιούσαν μαζικές εκτελέσεις Εβραίων, κομμουνιστών και άλλων ατόμων που θεωρούνταν επικίνδυνα για την εδραίωση της μακροχρόνιας γερμανικής κυριαρχίας στο σοβιετικό έδαφος. Τα τάγματα θανάτου (Einsatzgruppen) ήταν ειδικές ομάδες κρούσης των Αστυνομικών Δυνάμεων Ασφαλείας (Sicherheitspolizei, Sipo) και της Υπηρεσίας Ασφαλείας (Sicherheitsdienst-SD). Συχνά αποκαλούμενα «κινητές μονάδες εξόντωσης», δρούσαν άμεσα πίσω από την πρώτη γραμμή. Μαζί με άλλες μονάδες των SS και της αστυνομίας, και με την υποστήριξη της Βέρμαχτ και των τοπικών βοηθητικών μονάδων, τα τάγματα θανάτου εκτέλεσαν πάνω από μισό εκατομμύριο αμάχους μέχρι τα τέλη του 1941. Εβραίοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων. Η συστηματική μαζική δολοφονία των Εβραίων κατά την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση σηματοδότησε την έναρξη της πολιτικής «Τελική Λύση» της ναζιστικής Γερμανίας για τον αφανισμό των Εβραίων στην Ευρώπη.

Μαζική δολοφονία σοβιετικών αιχμαλώτων πολέμου

Οι πολιτικές αφανισμού της Γερμανίας αφορούσαν σοβιετικούς στρατιώτες που είχαν παραδοθεί. Η Βέρμαχτ φυλάκισε εκατομμύρια σοβιετικούς αιχμαλώτους σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς με ελάχιστη ή καθόλου στέγαση, σίτιση ή νερό, με άμεσο αποτέλεσμα την ασιτία τις επιδημίες. Η Βέρμαχτ παρέδωσε επίσης εκατοντάδες χιλιάδες σοβιετικούς αιχμαλώτους πολέμου στα SS. Τα SS εκτελούσαν τους σοβιετικούς αιχμαλώτους πολέμου ή τους εξανάγκαζαν να εργάζονται μέχρι θανάτου σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 1942, λιγότερο από οκτώ μήνες μετά την έναρξη της εισβολής, δύο εκατομμύρια σοβιετικοί στρατιώτες είχαν πεθάνει κάτω από γερμανική αιχμαλωσία.

Οι πύλες του μετώπου

Στις αρχές Σεπτεμβρίου 1941, οι γερμανικές δυνάμεις είχαν φτάσει στη βόρεια είσοδο του Λένινγκραντ. Είχαν καταλάβει το Σμολένσκ στο κέντρο και το Ντνιπροπετρόφσκ στα νότια. Οι γερμανικές μονάδες έφτασαν στα περίχωρα της Μόσχας στις αρχές Δεκεμβρίου. Αλλά με τον ερχομό του χειμώνα, η γερμανική επέλαση σταμάτησε. 

Μετά από μήνες εκστρατείας, ο γερμανικός στρατός είχε εξαντληθεί. Αναμένοντας μια γρήγορη σοβιετική κατάρρευση, οι Γερμανοί δεν είχαν λάβει υπόψη στον σχεδιασμό τους τον εξοπλισμό των στρατευμάτων τους για χειμερινές πολεμικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, η ταχεία γερμανική προέλαση έκανε τις δυνάμεις να ξεπεράσουν τις γραμμές ανεφοδιασμού τους, οι οποίες ήταν ευάλωτες λόγω των μεγάλων αποστάσεων (η Μόσχα βρίσκεται σχεδόν 1.000 μίλια ανατολικά του Βερολίνου).

Τον Δεκέμβριο του 1941, η Σοβιετική Ένωση εξαπέλυσε μια μεγάλη αντεπίθεση κατά του κέντρου του μετώπου, οδηγώντας τους Γερμανούς σε άτακτη υποχώρηση από τη Μόσχα. Οι Γερμανοί απέκρουσαν τις επακόλουθες σοβιετικές επιθέσεις στις βόρειες και νότιες περιοχές του μετώπου. Όμως χρειάστηκαν σχεδόν δύο μήνες για να σταθεροποιήσουν το μέτωπο ανατολικά της πόλης του Σμολένσκ. Στη συνέχεια ανασυντάχθηκαν και σχεδίασαν εκ νέου επίθεση. 

Η εκστρατεία Blitzkrieg δεν πέτυχε τον στόχο της. Ωστόσο, οι Γερμανοί ηγέτες εξακολουθούσαν να είναι σίγουροι ότι η Σοβιετική Ένωση βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Υπέθεταν ότι η χώρα είχε σχεδόν εξαντλήσει τους πόρους της. Επιπλέον, πίστευαν ότι οι δυσαρεστημένοι πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης δεν θα ήταν πρόθυμοι να θυσιάσουν τη ζωή τους για το καθεστώς του Στάλιν. Μάλιστα, κάποιοι στα εδάφη που κατέλαβε η Βέρμαχτ στην αρχή υποδέχτηκαν τους Γερμανούς ως απελευθερωτές. 

Αλλά τον χειμώνα του 1941–1942, οι Σοβιετικοί εκκένωσαν εργοστάσια ανατολικά και αύξησαν μαζικά την παραγωγή αεροπλάνων, τεθωρακισμένων και άλλων όπλων. Η Μεγάλη Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν αυτές τις προσπάθειες με αποστολές υλικών. Εντωμεταξύ, η γερμανική πολεμική τακτική μαζικών δολοφονιών έδωσε αξιοπιστία στο επιχείρημα του Στάλιν ότι η επιβίωση των σοβιετικών πολιτών εξαρτιόταν από την απόκρουση των Γερμανών εισβολέων. Επιπλέον, στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που υποχώρησαν εκτελέστηκαν από τη NKVD, τη Σοβιετική μυστική αστυνομία. Αντιμέτωποι με την προοπτική να πεθάνουν από την πείνα σε γερμανικό στρατόπεδο, να παραδοθούν, να οδηγηθούν σε εκτελεστικό απόσπασμα ή να υποχωρήσουν, οι Σοβιετικοί στρατιώτες γενικά προτιμούσαν να πολεμήσουν μέχρι θανάτου. 

Το Ανατολικό Μέτωπο, 1942–1944

Ένας Γερμανός στρατιώτης φρουρεί Σοβιετικούς αιχμάλωτους πολέμου στο στρατόπεδο Uman στην Ουκρανία.

1942–1943

Το καλοκαίρι του 1942, η Γερμανία και οι σύμμαχοι της εξαπέλυσαν μια μεγάλη επίθεση στα νότια και νοτιοανατολικά προς το βιομηχανικό κέντρο του Στάλινγκραντ στην περιοχή του ποταμού Βόλγα και προς τις πετρελαιοπηγές του Καυκάσου. Οι Γερμανοί στρατιωτικοί ηγέτες πίστευαν ότι η κατάληψη των πετρελαιοπηγών θα έπληττε την πολεμική προσπάθεια των Σοβιετικών και θα διασφάλιζε ότι η Γερμανία και η Ιταλία θα είχαν επαρκή καύσιμα για να συνεχίσουν την επίθεση σε όλα τα μέτωπα και στη θάλασσα. Για τον Χίτλερ, η κατάληψη της πόλης που πήρε το όνομά της από τον Ιωσήφ Στάλιν θα ήταν μια σημαντική ψυχολογική, αλλά και στρατηγική νίκη. 

Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1942, η Γερμανία είχε φτάσει στο απόγειο της στρατιωτικής της επιτυχίας. Κυριαρχούσε στην Ευρώπη από τη Γαλλία στα δυτικά μέχρι τον ποταμό Βόλγα στα ανατολικά και από τον Αρκτικό Κύκλο στη Νορβηγία έως τη Βόρεια Αφρική. Μέσα σε τρία χρόνια από την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Γερμανία δεν είχε βιώσει ούτε μια σημαντική στρατιωτική ήττα.

Τότε ο Νοέμβριος έφερε δύο μεγάλες ανατροπές. Στις 8 Νοεμβρίου, ενώ οι γερμανικές δυνάμεις έμοιαζαν να βρίσκονται στα πρόθυρα να καταλάβουν το Στάλινγκραντ, βρετανικές και αμερικανικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στη Βόρεια Αφρική. Για να τις αντιμετωπίσει, ο Χίτλερ μετέφερε στρατεύματα, όπλα και αεροπλάνα από το ανατολικό μέτωπο. Στις 19 Νοεμβρίου, ο σοβιετικός στρατός εξαπέλυσε μαζική αντεπίθεση ενάντια στις γερμανικές και ρουμανικές δυνάμεις που προσπαθούσαν να κατακτήσουν το Στάλινγκραντ. Σε λιγότερο από μια εβδομάδα, οι σοβιετικές δυνάμεις είχαν περικυκλώσει τον εχθρό τους και ολόκληρη τη γερμανική Έκτη Στρατιά. Ακολούθησαν άλλοι δύο μήνες σκληρής μάχης, όπου και οι δύο πλευρές υπέστησαν σοβαρές απώλειες. Οι επιζώντες Γερμανοί στρατιώτες παραδόθηκαν μεταξύ 31 Ιανουαρίου και 2 Φεβρουαρίου 1943. 

Η ήττα της Γερμανίας και ο θάνατος ή η σύλληψη ενός τετάρτου εκατομμυρίου στρατιωτών στο Στάλινγκραντ συγκλόνισαν τη γερμανική κοινή γνώμη και δημιούργησαν αμφιβολίες για το αν η Γερμανία θα κέρδιζε τον πόλεμο. Η εκστρατεία στο ανατολικό μέτωπο είχε εξαντλήσει μαζικά το ανθρώπινο δυναμικό και τα όπλα της Γερμανίας. Εντωμεταξύ, οι βομβαρδισμοί των δυτικών Συμμάχων έπλητταν τις προσπάθειες της Γερμανίας για επανεξοπλισμό και μετέτρεπαν τις γερμανικές πόλεις σε ερείπια. 

1943–1944 

Τον Ιούλιο του 1943, οι Γερμανοί εξαπέλυσαν ακόμα μια μεγάλη επίθεση στο Κουρσκ στη Ρωσία. Οι Σοβιετικοί γνώριζαν καλά τα γερμανικά σχέδια και νίκησαν τις γερμανικές δυνάμεις μέσα σε λίγες μόνο μέρες. Την ίδια στιγμή οι δυτικοί Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Σικελία. Η άφιξή τους εκεί ανάγκασε τους Γερμανούς να στείλουν στρατεύματα για μάχη σε ένα νέο μέτωπο. Από αυτό το σημείο, οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να υποχωρούν σταθερά στο ανατολικό μέτωπο. Δεν κατάφεραν ποτέ να συνεχίσουν ξανά την επίθεση. 

Μέχρι τα τέλη του 1943, οι σοβιετικές δυνάμεις είχαν απωθήσει τις γερμανικές δυνάμεις από το μεγαλύτερο μέρος της Ουκρανίας και ουσιαστικά από ολόκληρη τη Ρωσία και την ανατολική Λευκορωσία. Λίγο μετά την επιτυχή απόβαση των δυτικών Συμμάχων στη Νορμανδία της Γαλλίας τον Ιούνιο του 1944, οι Σοβιετικοί εξαπέλυσαν άλλη μια μεγάλη επίθεση. Σε αυτή την επιτυχημένη εκστρατεία, ο Κόκκινος Στρατός πήρε τον έλεγχο της υπόλοιπης Λευκορωσίας και της Ουκρανίας, των περισσότερων κρατών της Βαλτικής και της ανατολικής Πολωνίας. Μέχρι τον Αύγουστο του 1944, τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν περάσει τα γερμανικά σύνορα στην Ανατολική Πρωσία (μια γερμανική επαρχία που βρίσκεται μεταξύ της Πολωνίας του μεσοπολέμου και της Λιθουανίας).

Η παράδοση της Γερμανίας

Τον Ιανουάριο του 1945, μια νέα επίθεση έφερε τις σοβιετικές δυνάμεις στον ποταμό Όντερ στη Γερμανία, περίπου 100 μίλια από το Βερολίνο.

Στα μέσα Απριλίου 1945, ο σοβιετικός στρατός εξαπέλυσε την τελευταία του επίθεση στη ναζιστική Γερμανία. Κατέλαβε τη Βιέννη στις 13 Απριλίου και περικύκλωσε το Βερολίνο στις 21 Απριλίου. Στις 25 Απριλίου, σοβιετικές περίπολοι συνάντησαν αμερικανικά στρατεύματα στο Torgau στον ποταμό Έλβα της κεντρικής Γερμανίας, με αποτέλεσμα να «κοπεί η χώρα στη μέση». Έπειτα από μία και πλέον εβδομάδα σκληρών μαχών στους δρόμους του Βερολίνου, οι σοβιετικές μονάδες πλησίασαν το κεντρικό αρχηγείο του Χίτλερ. Στις 30 Απριλίου του 1945, ο Χίτλερ αυτοκτονεί. Το Βερολίνο παραδόθηκε στις σοβιετικές δυνάμεις στις 2 Μαΐου 1945.

Οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις παραδόθηκαν άνευ όρων στα δυτικά στις 8 Μαΐου και στα ανατολικά στις 9 Μαΐου 1945. Στις 9 Μαΐου, ο σοβιετικός στρατός έφτασε στην Πράγα, την τελευταία μεγάλη πόλη που εξακολουθούσε να είναι υπό την κατοχή των γερμανικών μονάδων. Οι δυτικοί σύμμαχοι ανακήρυξαν την 8η Μαΐου 1945 ως ημέρα νίκης στην Ευρώπη (V-E Day).

Περισσότεροι άνθρωποι πολέμησαν και πέθαναν στο ανατολικό μέτωπο της Ναζιστικής Γερμανίας από ό,τι συνολικά σε όλες τις άλλες εκστρατείες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.