Ρατσιστικά γραφήματα των Ναζί. Γερμανία, μεταξύ 1935 και 1945.

Ρατσιστές θεωρούνται τα άτομα που πιστεύουν ότι εγγενή, κληρονομικά χαρακτηριστικά καθορίζουν βιολογικά την ανθρώπινη συμπεριφορά. Το ρατσιστικό δόγμα πρεσβεύει ότι η καταγωγή είναι το κριτήριο της εθνικής-εθνοτικής ταυτότητας. Στα πλαίσια της ρατσιστικής ιδεολογίας, η αξία ενός ανθρώπου δεν προσδιορίζεται από την προσωπικότητά του αλλά από το εάν αποτελεί μέλος ενός επινοημένου «έθνους φυλετικής συνοχής». Πολλοί διανοούμενοι, συμπεριλαμβανομένων επιστημόνων, έχουν υποστηρίξει τίς ρατσιστικές απόψεις με ψευδοεπιστημονικά στοιχεία. Διανοούμενοι του δέκατου ένατου αιώνα με ρατσιστικές πεποιθήσεις, όπως ο Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλεν, άσκησαν σημαντική επιρροή σε πολλά άτομα της γενιάς του Αδόλφου Χίτλερ.

Ο ρατσισμός, συμπεριλαμβανομένου του ρατσιστικού αντισημιτισμού (η προκατάληψη ή το μίσος εναντίον των Εβραίων που βασίζεται σε ανυπόστατες βιολογικές θεωρίες), ανέκαθεν αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού (ναζισμός). Οι Ναζί αντιλαμβάνονταν το σύνολο της ανθρώπινης ιστορίας ως την ιστορία μιας βιολογικά καθορισμένης πάλης μεταξύ ανθρώπων διαφορετικών φυλών. Οι Ναζί ισχυρίζονταν ότι πολιτικά κινήματα όπως ο μαρξισμός, ο κομμουνισμός, ο ειρηνισμός και ο διεθνισμός ήταν αντι- εθνικιστικά και ότι προασπίζονταν έναν επικίνδυνο, φυλετικά βασισμένο εβραϊκό διανοουμενισμό. Το 1931, τα SS (Schutzstaffel: η επίλεκτη φρουρά του ναζιστικού κράτους) δημιούργησαν μια υπηρεσία για τη φυλή και την εγκατάσταση, την Rasse und Siedlungshauptamt (RuSHA), για τη διενέργεια φυλετικής «έρευνας» και για την εξακρίβωση της καταλληλότητας πιθανών συζύγων για τα μέλη των SS. Έχοντας καταλάβει την εξουσία, οι Ναζί ψήφισαν τους Νόμους της Νυρεμβέργης το 1935, στους οποίους κωδικοποιούσαν ένα δήθεν βιολογικής βάσης ορισμό της εβραϊκότητας.

Οι Ναζί αναρτούσαν εικόνες σε δημόσιους χώρους με σκοπό  την εξάπλωση των ιδεών τους σχετικά με τη φυλή.

Οι ρατσιστές Ναζί θεωρούσαν ότι οι πάσχοντες από σωματικές ή νοητικές ασθένειες αλλοίωναν το γενετικό τοπίο της αποκαλούμενης κυρίαρχης φυλής και ότι, με την αναπαραγωγή τους, συνιστούσαν βιολογική απειλή για την αγνότητα της Άριας φυλής. Κατά τους τελευταίους έξι μήνες του 1939, ύστερα από προσεκτικό σχεδιασμό και συλλογή δεδομένων οι Γερμανοί γιατροί άρχισαν να δολοφονούν τους ανάπηρους τροφίμους ασύλων σε όλη τη Γερμανία στο πλαίσιο μιας επιχείρησης που κατ’ ευφημισμό ονομάστηκε «Ευθανασία».

Σύμφωνα με τις ναζιστικές φυλετικές θεωρίες, οι Γερμανοί και άλλοι Βορειοευρωπαίοι ήταν «Άριοι», μέλη μιας ανώτερης φυλής. Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ναζιστές γιατροί διεξήγαγαν ψευδοεπιστημονικά ιατρικά πειράματα προκειμένου να εντοπίσουν αποδεικτικά στοιχεία για την ανωτερότητα των Αρίων και την κατωτερότητα όλων των υπόλοιπων φυλών. Μολονότι αμέτρητοι μη-άριοι κρατούμενοι έχασαν τη ζωή τους σε αυτά τα πειράματα, οι Ναζί δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν στοιχεία που θα στήριζαν τις θεωρίες τους περί βιολογικών φυλετικών διαφορών μεταξύ των ανθρώπων.

Ένας Γερμανός στρατιώτης φρουρεί Σοβιετικούς αιχμάλωτους πολέμου στο στρατόπεδο Uman στην Ουκρανία.

Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η ναζιστική ηγεσία επιδόθηκε σε αυτό που οι ίδιοι αποκαλούσαν «εθνοτική κάθαρση» στις κατεχόμενες περιοχές της Πολωνίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτή η πολιτική περιλάμβανε τη δολοφονία και εξολόθρευση των αποκαλουμένων εχθρικών «φυλών», μεταξύ άλλων και τη γενοκτονία των Εβραίων της Ευρώπης και την καταστροφή της ηγεσίας των σλαβικών λαών. Ο ναζιστικός ρατσισμός οδήγησε σε μαζικές δολοφονίες ασύλληπτης κλίμακας.